Έθος
Τα ψυχοσάββατα η μάνα μου
φοράει τα καλά της
βγάζει τα πιο καλά της πιάτα
και κάθεται.
Οι καλεσμένοι της νεκροί έρχονται γυμνοί
σχεδόν αόρατοι
πατούν ανάλαφρα μη μας ανησυχήσουν
και κάθονται.
Η γιορτή τελειώνει ήσυχα
εμείς κοιτάμε απ’ τις ρωγμές της νιότης μας
πόσο κόλλυβο έμεινε
πόση λεμονάδα μας αναλογεί.