Δευτέρα 14 Μαρτίου 2011

ΒΙΒΛΙΟ

Διαβάζοντας στη Χάννα
Bernhard Schlink
Εκδόσεις Κριτική

Στην αρχή το βρήκα εύκολο και σχεδόν το βαρέθηκα όταν άρχισαν οι ερωτικές κοινοτυπίες. Όντως, διαβάζεται γρήγορα, οι εικόνες του είναι ευδιάκριτες και σαφείς και φαντάζομαι η μεταφορά στον κινηματογράφο έγινε χωρίς ιδιαίτερες δυσκολίες. Στην πορεία τα πράγματα άλλαξαν γιατί ο συγγραφέας έκανε το ταξίδι εσωτερικά και η μνήμη του ζητούσε επίμονα να καθαρεί. Κι ο ερωτισμός στη σχέση ήταν μια αποπλάνηση – πρόσκληση στο εσωτερικό του σώματος για να γίνει λησμονιά.
«Αλλά η πράξη δεν ολοκληρώνει απλώς ότι σκεφτήκαμε κι αποφασίσαμε προηγουμένως. Είναι πηγαία και μ’ έναν ιδιαίτερο τρόπο είναι δική μου…» Παρόρμηση; Εφηβική ανεμελιά; Διάθεση να φτάσεις στο πιο βαθύ σημείο του πόνου σου; Ή αμετακίνητος εγωκεντρισμός;
Μερικές φορές η ανάμνηση κάνει απιστίες στην ευτυχία, κι αυτό συμβαίνει, όταν το τέλος υπήρξε οδυνηρό. Μήπως επειδή η ευτυχία είναι σωστή μόνο όταν κρατάει αιώνια; Επειδή με πόνο τελειώνει κάτι που πονούσε πάντα αλλά ίσως δεν τον αντιλαμβανόμαστε. «Αλλά τι σημαίνει πόνος που δεν τον αντιλαμβάνεσαι;» Διερωτάται ο συγγραφέας.
Η θλίψη που μας πιάνει στην ανασκόπηση θρυμματισμένων αναμνήσεων οφείλεται στην επίπλαστη ευτυχία μας την προτεραία; Οι ευτυχίες συνήθως υπόσχονται πολλά και ενίοτε δεν τηρούν τις υποσχέσεις τους, στέκονται παράμερα ναρκωμένες όπως ναρκωμένοι ήμασταν κι εμείς όταν τις πλάθαμε.
Ένιωθα ωραία μες στο πετσί μου λέει, ίσως γιατί η ευτυχία φαινόταν αδιασάλευτη προσθέτω. Η κάθε ευτυχία.
Η Χάννα γελά με την αδημονία του έφηβου εραστή. «Τι θέλεις; όλη σου τη ζωή σε μία ώρα;» Είναι όμως ευτυχισμένη. Οι αισθήσεις λειτουργούν μέσα στην αίσθηση, ο φόβος του θανάτου αναιρείται, κάθε μέρα νέα ζωή.
Και στην αποκάλυψη, στη δίκη, η Χάννα δεν κάνει υπολογισμούς, δεν ελίσσεται. Η αλήθεια και η δικαιοσύνη της είναι αξιοθρήνητες αλλά κατάδικές της. Ξαναγίνεται άφυλη, όπως τον καιρό του πολέμου. Επωμίστηκε την ευθύνη για ό,τι μπορούσε να κάνει και για ό,τι δεν μπορούσε. Κι η νάρκωση κάθισε παντού. Σαν χώμα. Η εικόνα της γίνεται πια είναι ο στόχος της οργής και της τιμωρίας.
Και ο άντρας που την ερωτεύτηκε τι κάνει; Την αφήνει στην ελευθερία της. Σέβεται την αξιοπρέπειά της να σιωπήσει. Γνωρίζει ότι δε θα ξεπλύνει ποτέ την ενοχή (μα ξεπλένονται οι ενοχές;) αλλά της διαβάζει αμέτρητα βιβλία σε κασέτες. Χωρίς περιττά λόγια και σχόλια. Μόνο ένα βλέμμα είναι αρκετό. Μόνο η φωνή να διαβάζει. Η συγκεκριμένη φωνή. Έτσι κι αλλιώς η πραγματική ποινή είναι η απώλεια του έρωτα.
Οι θάλαμοι αερίων και οι κραυγές των κρατουμένων έχουν ξεθωριάσει. Η σκόνη κάθισε παντού. Σε στρώσεις. Η ιστορία θέλει θύτες και θύματα. Και γράφεται πάντα όταν είναι αργά. Το έγκλημα ήταν φρικτό και δεν επιδέχεται κατανόηση. Το κρίνεις μόνο. Ο άνθρωπος όμως; Η Χάννα; Πρέπει να διαλέξω. Να κρίνω ή να κατανοήσω. Κι άμα δείξω με το δάχτυλο και γυρίσει η ντροπή πάνω μου; Και τι γίνεται αν η νάρκωση πέσει στο σώμα μόνο; Κι αν η φωνή μου σβήσει; «Αφού η αλήθεια όσων λες είναι αυτά που κάνεις, τι χρειάζονται τα λόγια;» Σωστά. Γιατί πρέπει να τη φωνάζω; Μήπως για να την εμπιστευτώ εγώ πρώτα;
Φυγή σημαίνει να φτάνεις κάπου. Και πώς θα φτάσεις…
Η Χάννα όταν πέρασε στην ενηλικίωση ήταν ήδη γριά. Η ίδια η λύπη. Η ανάγνωση κι η γραφή έγιναν ο τρόπος να φωτίσει μέσα της το έγκλημα και τις διαστάσεις του. Δεν μπορούσε όμως να ξανακερδίσει την εγγύτητα με τους ανθρώπους και τον εν δυνάμει έρωτα της ζωής. Λογαριασμό δίνει μόνο στους νεκρούς. Αλλά η φωνή της παραμένει πολύ νεανική.
Διερωτήθηκα γιατί ο συγγραφέας το τραβά και μετά το θάνατό της। Γιατί να συναντήσουμε τη μόνη επιζήσασα του στρατοπέδου; Και στο τέλος η λύπη μου γίνεται βαθιά. Με πονά πιο πολύ που η Εβραία δεν μπορεί να συγχωρήσει παρά ο θάνατος της Χάννα που αποτελεί ούτως ή άλλως νομοτέλεια. Εξάλλου τη θρήνησα όταν έχασε την αγάπη.

Έλενα Χρ. Σάββα



\

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου